Συνέντευξη στο περιοδικο Φωτογραφος, Νοεμβριος 2015
-- Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή: Που έμαθες φωτογραφία, πότε και γιατί;
K.Π. - Δεν εμαθα ποτέ! (γελια). Δεν σπουδασα ποτε μου φωτογραφία, ούτε όταν ξεκινούσα ηξερα τι είναι αυτό. Δεν είχα καν δει δουλειά άλλων φωτογράφων ή μπορεί να έβλεπα καμμιά έκθεση στην Αθήνα αλλά δεν την πρόσεχα, γιατί δεν με ενδιέφερε η φωτογραφία, τη θεωρούσα κάτι “δεύτερο”. Ήμουν ομως φανατικά κινηματογραφόφιλος, είχα δει σχεδόν τα πάντα από σινεμά, από τις ταινίες έμαθα κάπως να βλέπω και να καδράρω, απο το σινεμά ειναι οι επιρροές μου. Το 1984 είχα τελειώσει το Πολυτεχνείο, δεν μου άρεσε καθόλου το επάγγελμα του μηχανικού, σκεφτόμουν τη ζωή μου, περνούσα μια κρίση. Αγόρασα τότε μια μικρή μηχανή και άρχισα να φωτογραφίζω στους δρόμους της Αθήνας απο δική μου ανάγκη. Μέρα με την ημέρα έμαθα έτσι πέντε πράγματα, στον δρόμο. Μου έγινε μανία να βγαίνω και να φωτογραφίζω ώρες ατελείωτες, ήταν μια διέξοδος για μένα. Έτσι μεσα σ' εκείνη τη χρονιά τελείωσα την πρώτη μου δουλειά, την “Αθήνα, 1984”.
-- Και την επόμενη χρονιά, το 85, ξεκινάς το ταξίδι στην Ευρώπη;
-- Ακριβώς. Αυτό που ονομάζουμε στην Ελλάδα “Ευρώπη” ασκούσε απο παλιότερα τρομερή γοητεία επάνω μου, ειδικά η Mitteleuropa, η Κεντρική Ευρώπη, που ήταν τότε κυριολεκτικά κομμένη στα δύο, σε δύο αντίπαλα, εχθρικά στρατόπεδα, ζούσαμε τον Ψυχρό Πόλεμο! Υπήρχε μια μοναδική ατμόσφαιρα τότε. Το Τείχος δεν ήταν μόνο στο Βερολίνο, διέτρεχε όλη την Ευρώπη. Μου ήρθε λοιπόν η φαεινή ιδέα να ταξιδέψω σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες και να φωτογραφίσω τους ανθρώπους και απο τις δυο μεριές του Τείχους, να τους παρουσιάσω σε ένα βιβλίο όλους μαζί, χωρίς σύνορα και τειχη... Αφελές και μεγαλεπήβολο, όπως όλα τα νεανικά σχέδια..
-- Γιατι αφελές;
-- Γιατι δεν πέφτουν τα τείχη με τις φωτογραφίες!..(γελια)
-- Αλλα σου εδωσε ενα κίνητρο αυτό!
-- Φοβερό κίνητρο! Αφου γυρνούσα επι πέντε χρόνια με ένα σαραβαλάκι, -το ελληνικο Pony για όποιον το θυμάται- που δεν έπιανε ούτε τα 90, πήγα σε 16-17 χωρες με αυτό, απο τη Πορτογαλία μέχρι την Πολωνία, κοιμόμουν μέσα στο αυτοκινητο (του είχα βάλει πτυσσόμενο κρεββάτι και κουρτινάκια, είχα και ξυπνητήρι...), μόνος στις ερημιές ή σε κάμπινγκ γιατι δεν είχα λεφτά για ξενοδοχείο, έτρωγα οτιδήποτε, ήμουν εντελώς μόνος πάντα, όλα αυτά για το όνειρό μου.. Κινδύνεψα αρκετές φορές αλλά ήμουν νέος και είχα άγνοια κινδύνου και ήμουν τυχερός, δεν έπαθα τίποτα. Και ένοιωθα πολύ καλά, η χαρά μου ήταν να φτάνω σε μια πόλη, στη Πράγα, στη Βιέννη, στο Βερολίνο, και να παρατηρώ τους ανθρώπους περπατώντας στους δρόμους όλη μέρα. Και ήμουν παντού σαν στο σπίτι μου, ενώ στην Ελλάδα ένοιωθα ξένος. Αλλά καθε Οκτώβριο επέστρεφα εδώ, εμφάνιζα τα φιλμ και δούλευα τον χειμώνα για να έχω χρήματα να ξαναφύγω την επόμενη άνοιξη.
-- Το Ανατολικο Μπλοκ πως το είδες;
-- Ξεκινησα τον χειμώνα του 86 απο τη Ρουμανία και ήταν το απόλυτο σοκ... Η εξαθλιωση του κόσμου ήταν απίστευτη, είδα ενα Βουκουρέστι παγωμένο, χωρίς θέρμανση σχεδόν και παντού ουρές μέσα στο χιόνι για να αγοράσει ο κόσμος ενα κιλο κόκκαλα -οχι κρέας- για να κάνει μια σούπα.. Και μετα πήγα και στις άλλες χώρες, ειδα τον φόβο στα μάτια των ανθρώπων στην Ανατολική Γερμανία και στην Τσεχοσλοβακία. Στην Πολωνία και την Ουγγαρία τα πράγματα ήσαν κάπως καλύτερα. Αλλά θέλω να πω κάτι στο σημείο αυτό. Δεν πήγα εκεί για να καταγγείλω τα καθεστώτα ή να πω την άποψη μου γι αυτά. Φωτογράφιζα τους ανθρώπους που έβλεπα στο δρόμο, αυτό μόνο, ήμουν ανίκανος να κάνω “ρεπορτάζ” ή δεν με ενδιέφερε κάτι τέτοιο.
-- Δεν κινδύνευες εκεί αν φωτογράφιζες;
-- Μπα, καθολου! (γέλια). Αλλα έδειχνα μικρός και δεν με πρόσεχαν, η μηχανή μου ήταν πολυ μικρη, δεν μου εδιναν σημασία και το κυριότερο, προερχόμουν απο μια μικρή, ασήμαντη χώρα. Αν ήμουν Γάλλος ή Άγγλος θα είχα πρόβλημα πιστεύω. Αλλά πέρασα κι εγώ διάφορα, έχασα πολλά τραβηγμένα φιλμ, μου τα πήρανε δηλαδη, με κράτησαν.. Αστα τώρα...
-- Με τι φωτογραφικές μηχανές το έκανες όλο αυτό;
-- Δεν θα το πιστέψεις αλλά όλη η δουλειά μου τότε, και τα 24.000 αρνητικά που είναι όλα μαζί, έγινε με μια μικρούλα γερμανική Minox 35, μια μηχανη τσέπης που είχε σταθερό 35αρη φακό. Δεν είχα ποτέ άλλη μηχανή μαζί μου. Χάρη σε αυτή τη μηχανούλα ήμουν γρήγορος και αόρατος. Τη στηριζα στο σώμα μου, στο στομαχι, και τραβούσα, χωρίς να σκοπεύω ποτέ. Αλλωστε το βιζέρ της ήταν υποτυπώδες.
-- Δεν σκοπευες; (γελια) Και πως έβλεπες το κάδρο;
-- Δεν το έβλεπα!.. Με την εξάσκηση και τον χρόνο είχα μάθει τι βλέπει ακριβώς η μηχανή. Και ο 35αρης με βοηθούσε πολύ.
-- Στις δυτικές χώρες πως ήταν;
-- Στις δυτικές μπορεί να είχα άνεση κινήσεων και να μη φοβόμουν αλλά φωτογράφιζα τους ανθρώπους με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που το έκανα και στις ανατολικές και μάλιστα τα ίδια πρόσωπα σχεδον!.. Αυτό ήμουν, δεν μπορούσα να κάνω κάτι άλλο. Δεν παρουσιάζω, αν πρόσεξες, τη Δύση σαν παράδεισο, σε αντίθεση με ενα Ανατολικο Μπλοκ-κολαστήριο.. Πολλοί απο τους ανθρώπους που είδα στις δυτικές χώρες ήσαν στο περιθώριο : ηλικιωμένοι, μονοι, φτωχοί συχνά.
-- Γατί όλοι οι άνθρωποι στις φωτογραφιες σου είναι λυπημένοι;
-- Δεν είναι ολοι λυπημένοι.. Υπάρχουν πολλοί που δεν είναι. Εχω και πολλές φωτογραφίες παιδιών και τα παιδιά είναι σπάνια λυπημένα. Αλλα κοίταξε, η ζωή δεν είναι εύκολη, ο πόνος είναι εκεί έξω, δεν τον εφηύρα εγώ.. Με ενδιαφερει πολύ όμως, γι αυτο και τον βλέπω. Αλλά δεν φωτογραφίζω ποτέ την ανθρώπινη εξαθλίωση, το θεωρώ φτηνό, ανήθικο.
---Ερχομαι στη σημαντικότερη ερωτηση, που ήθελα να σου κανω απο την αρχή : γιατι τα παράτησες το 89 και κυρίως, γιατι έθαψες τη δουλειά σου τόσα χρόνια;
---Υπάρχουν πολλοί λόγοι που τα παρατησα, να σου πω τους δύο βασικούς. Πρωτος λόγος : το Τειχος έπεσε το 89 χωρίς να με ρωτήσει αν είχα τελειώσει το προτζεκτ!! (γελια). Είχα μείνει πλέον χωρίς αντικείμενο και το τρελλό μου σχέδιο, η Ευρώπη ενωμένη χωρίς τείχη μέσα απο τη φωτογραφία, φαινόταν πιο βλακώδες παρά ποτέ.. και αναρωτήθηκα τι στην ευχή έκανα τόσα χρόνια, τι νόημα είχε όλο αυτό.. ήταν απότομη αποσυμπίεση.. Ημουν όμως στο Βερολίνο εκείνο το βράδυ του Νοεμβρίου, και έζησα τη μεγαλυτερη συγκίνηση της ζωής μου, όλοι εκει νοιώσαμε έτσι, ζούσαμε την Ιστορία, την Ελευθερια, η Ευρώπη άλλαζε μπροστά μας, τα τείχη έπεφταν, ήταν μαγικά.. Ο άλλος σημαντικός λόγος εναι οτι ακόμη κι αν δεν είχε πέσει το Τειχος, και παλι δεν θα συνεχιζα για πολύ γιατι είχα κουραστεί υπερβολικά. Με τα χρόνια είχα φτάσει να φωτογραφίζω τα ίδια πρόσωπα σε όλες τις χώρες, είχα φύγει πια απο την πολιτική διάσταση, τα καθεστώτα, την καταπίεση, τα διαίρεση της ηπείρου, όλα αυτά, και έβλεπα πιο κάτω, τη μοίρα των ανθρώπων, την τραγικότητα της ζωής τους, την υπαρξιακή τους αγωνία αν θέλεις. Το λέω κάπως απλοϊκα αλλα έτσι το βίωνα και το έβλεπα, απο την πρωτη-πρωτη εικόνα που έκανα, δεν το επεδίωξα ποτέ αυτό, ερχόταν μόνο του σε μένα. Και όλα αυτά τα πρόσωπα που έβλεπα με στοίχειωσαν στο τέλος, τα εσωτερίκευσα τόσο πολύ που δεν μπορούσα μετά να τα σηκωσω... Δεν άντεχαν αλλο οι πλάτες μου. Τρομοκρατήθηκα λοιπόν, σαν να είχα ανοίξει μια πόρτα και να είχα δει κάτι που δεν έπρεπε. Ετσι έκανα πισω : τα μάζεψα και γύρισα στην Ελλαδα σε κακή κατάσταση, τρομερά απογοητευμένος.
-- Και γατι δεν προσπαθησες να τα δείξεις εδώ τουλάχιστον σε κάποιους; Είχες ένα ντοκουμέντο στα χέρια σου, σιγουρα θα ενδιέφερε πολλους.
-- Είχα ντοκουμέντο; Δεν ήμουν καθόλου σίγουρος. Δεν είχα κάνει καταγραφή μιας πραγματικότητας, ποτέ μου δεν αισθάνθηκα οτι αποτύπωνα την Ευρωπη της εποχής. Δεν είχε σχεση η δουλειά μου με τη φωτοδημοσιογραφια, αυτο που λενε photojournalism. Δεν θα ενδιαφερόταν κανείς για τη δουλεια μου, ενα φωτογραφικό πρακτορειο λογου χαρη, έτσι πίστευα. Ούτε έκανα “τέχνη”. Εκείνη την εποχή αν θυμάσαι, άρχιζε να θεριευει η φωτογραφία-”τέχνη” και να αποκόπτεται απο την ρεαλιστική αποτυπωση. Εγώ όμως είχα αλλεργία με αυτο το πράγμα, την φωτογραφία που ο λόγος ύπαρξης της είναι να κρεμαστεί σε γκαλερί. Δεν την άντεχα. Καθώς δεν έκανα λοιπόν ούτε “καταγραφή” ούτε 'τέχνη”, ένοιωθα οτι δεν είχα θέση πουθενά. Είχα κάνει κατι τελείως προσωπικό και παλιομοδίτικο γιατι δεν μπορούσα να κάνω κατι άλλο, αυτο ήμουν εγώ. Και δεν με ενδιέφερε να το εξαργυρώσω, να κάνω καριέρα φωτογράφου. Η φωτογραφία δεν μου ήταν αυτοσκοπός, οπτικές σημειώσεις ηταν, γι αυτά που έβλεπα και με συγκλονιζαν και δεν είχα το ταλέντο να τα γραψω. Γι αυτό δεν έδειξα τις φωτογραφίες μου σε κανένα.
-- Οπότε τα βάζεις κάπου και τα ξεχνάς.
-- Ακριβως. Έθαψα τα αρνητικά και ο,τι είχα τυπώσει βαθειά σε μια αποθήκη, και τα ξέχασα εντελώς. Και μαζι κι εκείνο το κομμάτι της ζωης μου. Άρχιζα να βιοπορίζομαι στην Αθήνα με όποιον τροπο έβρισκα, γνώρισα ενα σπουδαίο κορίτσι που ξανασυναρμολόγησε τα κομμάτια μου και κάναμε οικογένεια και παιδιά, και μια δουλειά για να τους συντηρησω, έκανα ο,τι κάνει όλος ο κόσμος δηλαδή, και ήμουν πανευτυχής με αυτά, τα παλιά δεν μού έλειπαν καθόλου, δεν μιλουσα σε κανενα για όλα εκείνα, ούτε στη γυναίκα μου, γιατι τα είχα απωθήσει, τα είχα ξεχάσει εγώ ο ίδιος! Η δουλειά και η οικογένεια με απορρόφησαν εντελως. Και έτσι πέρασαν 25 χρόνια..
--- Και πως ξαναβγήκαν στην επιφάνεια;
-- Τον Μαρτιο του 2014 βρήκα σ' ενα συρταρι τη Minox και θυμηθηκα οτι είχα ξεκινήσει πριν 30 χρονια ακριβώς να φωτογραφιζω, Μάρτιος του 84 ήταν. Αναζήτησα τα αρνητικά απο περιέργεια, τα βρήκα σε καλη κατάσταση, σκανάρισα ερασιτεχνικά μερικά απο τη δουλειά της Αθήνας και τα έβαλα στο facebook. Άρεσαν πολύ στους φίλους μου εκεί, προς μεγαλη μου κατάπληξη, γιατι πιστευα ειλικρινά, το ξαναλέω, οτι δεν ενδιέφερε κανέναν η δουλειά μου. Και μετα ανάρτησα καπου 600 φωτογραφίες... Απο τότε ψαχνω κάθε μέρα στο αρχειο και βρισκω κάθε μέρα καινουργιες. Κατάλαβα οτι έπρεπε να το βγάλω ολο αυτο πριν πεθάνω, δεν μπορούσα να το κρατάω για τον εαυτό μου πια. Αποφάσισα λοιπόν να εκδωσω αυτή η δουλειά για την Ευρώπη. Το βιβλίο, με μια πρώτη επιλογή 95 φωτογραφιών απο 16 χωρες της εποχής, θα κυκλοφορήσει πολύ σύντομα.
-- Φωτογραφίζεις τώρα τίποτα ή βλεπεις μόνο τα παλιά;
-- Κατι κανω..
-- Και ποτε θα τα δουμε αυτα;
-- ..μετα απο 25 χρονια!... (γέλια) Δεν θα ζούμε τότε, αλλά δεν βαριέσαι!..
------------------------